Τα πάντα μπορούν να ξεκινήσουν με ένα τραγούδι, λίγη νοσταλγία και μπόλικη μοναξιά. Άλλωστε η παραίτηση δικαιωνόταν πάντα ως η στάση που έχει τις ρίζες της στο θρησκευτικό συναίσθημα που λέγεται πίστη.
Την σκεφτόταν καιρό τώρα. Tον είχε στοιχειώσει η σκέψη της. Οι μέρες περνούσαν με αυτήν στο μυαλό του. Ο χρόνος κάνει θαύματα -δίκιο έχουν όσοι το υποστηρίζουν. Είχε ορκιστεί να μην της μιλήσει ξανά, κι όμως τώρα, για άλλη μια φορα, άρχισε να πιστεύει ότι είχε έρθει η κατάλληλη στιγμή να είναι μαζί. Ότι αυτή τη φορά, με έναν μαγικό τρόπο, όλα θα πήγαιναν καλά μεταξύ τους και θα μπορούσαν να έχουν μια φυσιολογική σχέση. Αυτή η πίστη, αυτό το θρησκευτικό συναίσθημα που σου δίνει ελπίδα από το πουθενά, τον έκανε να παραιτηθεί σταδιακά από όλο το βάρος του κοινού τους παρελθόντος. Τον έκανε να ξεχάσει ότι κάποτε είχε δει το όνειρό του να χάνεται τελετουργικά, ότι είχε παρακολουθήσει το πάθος του να διαλύεται στο χρόνο και το χώρο και να μετατρέπεται σε ένα είδος συμπεριφοράς που δεν είχε κανένα ίχνος ζωής. Είχε ξεχάσει ότι η πιο σφιχτή αγκαλιά που είχε δώσει ποτέ του σε γυναίκα, μετατράπηκε σε μια βαθμιαία απομάκρυνση, σε μια κατάσταση σαν αυτή που αρχίζει κάποιος να επισκέπτεται όλο και λιγότερο ένα φίλο του, να διαβάζει όλο και λιγότερο, να συχνάζει όλο και λιγότερο στο αγαπημένο του μέρος, κι αυτό, προκειμένου να εθιστεί σιγά-σιγά στην τελική απουσία και να μην πληγωθεί. Όλα αυτά τα ξέχασε.
Είχε φτάσει σπίτι της. Χτύπησε την πόρτα.
Η πόρτα άνοιξε. Μπήκε μέσα.
Τα μαλλιά της ήταν αχτένιστα και λίγο μπλεγμένα στο πίσω μέρος του κεφαλιού της -θα την περίμενε να τα ξεμπλέξει. Άρχισαν να μιλάνε και τα πρώτα γέλια δεν άργησαν να έρθουν. Αυτή η απόσταση που είχε μπει ανάμεσά τους γινόταν το ακαταμάχητο μέσο για να πλεχθεί ξανά εκείνο το μαγικό χαλί που κάποτε τους είχε ανεβάσει στα ουράνια. Τα μαλλιά ξεμπλέχθηκαν. Τι όμορφη που ήταν! Καφές. Ζεστό νερό. Ζάχαρη. Φιλί στο μάγουλο. Μουσική; "Όχι μουσική μωρε... καλύτερα να κάτσουμε να τα πούμε..." Τηλεόραση. Τηλεόραση για να μην τους αποσπά την προσοχή. Παράξενο. Ποτέ του δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σε οτιδήποτε άλλο όταν βρισκόταν κοντά της. Η τηλεόραση ανάβει. Ναι, όντως. Μόνο αυτή υπήρχε στο χώρο.
Μίλησαν, έκαναν μια πολύ ωραία βόλτα με τα λόγια μέχρι που ήρθε η στιγμή που ένιωσαν ξανά πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Την εποχή που ήταν πολύ κοντά κάθε μέρα, η σχέση τους ήταν σαν την κλεψύδρα. Έπρεπε να αδειάσει ο ένας για να γεμίσει ο άλλος. Σε αυτές τις σχέσεις, αργά ή γρήγορα, έρχεται η στιγμή που αποφασίζεις αν αξίζει ή δεν αξίζει να διακυβεύσεις το παρόν προς χάριν του μέλλοντος. Αποφασίζεις αν θες να αγαπάς χωρίς να περιμένεις τίποτα εκτός από τον έρωτα. Αποφασίσεις αν σου αρκεί μόνο να βλέπεις τον ουρανό πιο γαλανό, να νιώθεις τη νύχτα πιο γλυκιά και υγρή, το κυκλοφοριακό στο κέντρο να σου φαίνεται διασκέδαση. Αποφασίζεις δηλαδή αν θες να μοιραστείς μια καλύτερη θέα όλων αυτών που σε περιστοιχίζουν ή αν θες να καταδικάσεις τον άλλον σε ένα ασήμαντο παρόν μέσω μιας βαμπιρικής μεθόδου που έχει ως εξής: θυμάσαι ό,τι λάθος ή άσχημο έχει κάνει ο άλλος και κάνεις την επίθεσή σου. Φυσικά θα πρέπει να νοιάζεται ο άλλος για σένα για να έχει αποτελέσματα η επίθεση. Αν ισχύει αυτό, οι κατηγορίες σου θα τον καταρακώσουν και τότε κερδίζεις. Με αυτόν τον διεστραμμένο τρόπο επιβεβαιώνεται το ενδιαφέρον του.
Ο ένας αδειάζει, ο άλλος γεμίζει.
Σχέση Κλεψύδρα - Εραστές Βαμπίρ σε μια ταινία θρίλερ.
Απ' ό,τι φαντάζομαι, η επιλογή να παίξει κάποιος τον δράκουλα είναι απείρως πιο διασκεδαστική από το να προτιμήσει να δει πιο όμορφο τον κόσμο. Τέτοιου είδους παιχνίδια έχουν ένα σταθερό μοτίβο -υπάρχει πάντα "ο Άλλος" μέσα στη συνταγή-, προκαλούν όμως και συνειδητοποιήσεις.
Είχε σκοτεινιάσει πια όταν συνειδητοποίησε ότι η πόρτα που είχε χτυπήσει πριν λίγες ώρες, είχε ανοίξει και τον είχε καταπιεί. Έβλεπε καθαρά με ποιον τρόπο ο άλλοτε "μεγάλος του έρωτας", πλέον λειτουργούσε ως το άλλοθί του, όπως τα παιδιά καταλήγουν να είναι το άλλοθι των γονιών τους.
Έβλεπε ότι η ζωή του μούχλιαζε στον καναπέ.
Έβλεπε ότι υπό από αυτό το καθεστώς της αδράνειας ήταν πολύ εύκολο να προτιμήσει το ναρκωτικό της επανάληψης του παρελθόντος που επιστρέφει ως σανίδα σωτηρίας σε έναν ωκεανό μοναξιάς.
Έβλεπε ότι του αντιστοιχούσε το μέγιστο της ελευθερίας και διαθεσιμότητας αλλά δεν ήξερε τι να κάνει με αυτή την ελευθερία και διαθεσιμότητα λόγω απουσίας αρχών και πεποιθήσεων.
Έβλεπε ότι αρνιόταν κάθε τι καινούργιο από δειλία να προχωρήσει μπροστά (ή απλά από τεμπελιά), κι επίσης,
έβλεπε ότι προσπαθούσε να γεμίσει το κενό που αφήνει πίσω της αυτή η άρνηση με αυτό που προσδοκούσε κάποια στιγμή στο παρελθόν.
Δεν ζούσε με προσδοκίες.
Ζούσε με φαντάσματα.
Και αυτό δεν είναι θρίλερ.
Είναι η χειρότερη κωμωδία από όλες.
16 Φεβ 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
"το ναρκωτικό της επανάληψης του παρελθόντος που επιστρέφει ως σανίδα σωτηρίας σε έναν ωκεανό μοναξιάς"
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο άγνωστε φίλε μου, τόσο αληθινό, τοσο καταπληκτικά ειπωμένο.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή